Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σελίδες

Κυριακή 22 Μαρτίου 2015

Υφάντριες

ΥΦΑΝΤΡΙΕΣ
ΕΙΚΟΣΤΗ ΤΡΙΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ «ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΗ», ΜΠΟΡΕΙ ΚΑΙ ΟΧΙ …
Η γιαγιά μου πάντα διηγιόταν πως η θεία της, αδελφή της μητέρας της, που ήταν υφάντρια την πήγαινε μαζί της στους διάφορους υφασματέμπορους τους οποίους προμήθευε με υφάσματα που είχε υφάνει η ίδια ή που είχε αγοράσει από άλλες υφάντριες στο Καιμακλί και τα μεταπωλούσε με το ανάλογο κέρδος. ΄Ελεγε επίσης πως πήγαιναν και στο γυναικοπάζαρο στη Λευκωσία όπου η θεία της πουλούσε υφάσματα σε λιανική τιμή.
Την εποχή εκείνη οι υφάντριες ύφαιναν ρούχα για σεντόνια, για φορέματα και αντρικά ρούχα καθώς και για μαντηλιές και τραπεζομάντηλα. ΄Υφαιναν επίσης τη λεγόμενη «αλατζά», ένα ύφασμα με το οποίο έραβαν πουκάμισα για άντρες. Στο Καιμακλί υπήρχαν τότε αρκετές γυναίκες που ασκούσαν το επάγγελμα της υφάντριας από το σπίτι τους. Είχαν αργαλειό τη λεγόμενη «βούφα» και εργαζόντουσαν στο σπίτι τους. Σήμερα το επάγγελμα αυτό έχει εκλείψει και οι «βούφες» έγιναν μουσειακό αντικείμενο. Σε μερικά μουσεία υπάρχουν «βούφες» και υφάντριες που υφαίνουν για να βλέπουν οι τουρίστες και τα παιδιά των σχολείων πώς λειτουργούν!
Μια θεία μου είχε μάθει την τέχνη της υφαντικής. Ο αργαλειός στον οποίο εργαζόταν καταλάμβανε σχεδόν ένα δωμάτιο. Πολλές φορές καθόμουνα δίπλα της και την παρακολουθούσα με πόση μαεστρία και ταχύτητα ύφαινε. Τα πόδια της ήταν στα πετάλια και τα χέρια της στο μηχανισμό στον οποίο εφαρμοζόταν το χτένι μέσα από το οποίο περνούσαν τα νήματα που έρχονταν από ψηλά στον αργαλειό σκεπάζοντάς τον έτσι που νόμιζες πως ήσουν σε αντίσκηνο. Με το ένα χέρι έριχνε το «μακούτζι» ανάμεσα στα νήματα από το οποίο ξετυλιγόταν άλλη κλωστή που μαζί με τις άλλες δυο σειρές των νημάτων μπλεκόταν και δημιουργούσε το ύφασμα. Το άλλο χέρι περίμενε να παραλάβει το «μακούτζι» στην άλλη άκρη, εκεί που τέλειωνε το χτένι. Στο μεταξύ το χέρι που είχε ρίξει το «μακούτζι» τραβούσε το μηχανισμό με το χτένι και τα πόδια ανέβαζαν και κατέβαζαν τα πετάλια κάθε φορά και έτσι γινόταν η ύφανση. Οι κινήσεις αυτές γίνονταν με μεγάλη ταχύτητα, συγχρονισμένες και συντονισμένες και το ύφασμα που παραγόταν τυλιγόταν σε ένα κυλινδρικό ξύλο το οποίο αφαιρούσαν στο τέλος και δημιουργούσαν το «τόπι»
Μικρός πήγαινα και μόνος στο δωμάτιο με τον αργαλειό. Καθόμουνα στο κάθισμα και φανταζόμουν τον εαυτό μου οδηγό σε «καουμπόικη» άμαξα στο «Φαρ Ουέστ» με ινδιάνους και σερίφηδες γύρω μου! Μια φορά μάλιστα «έμπλεξα» τη νήματα της θείας μου που χρειάστηκε αρκετή ώρα να τα ξαναφτιάξει. Δεν μου θύμωσε όμως ούτε με επέπληξε γιατί ήμουν το πρώτο παιδί της τρίτης γενιάς στην οικογένεια και δεν μου χαλούσαν χατίρι!
Το «υφαντουργείο» εκτός από τον αργαλειό διέθετε «δουλάπι» και ανέμη, που ήταν τα σύνεργα για να τυλίγεται το νήμα στα «κανιά». Το «δουλάπι» ήταν βασικά ένας μηχανισμός με ένα μεγάλο ξύλινο τροχό που μετέδιδε στροφές στην ανέμη, ένα κωνικό κατασκεύασμα από καλάμια στο οποίο τοποθετείτο το νήμα και με τις περιστροφές από το «δουλάπι» τυλιγόταν στα «κανιά» για να μπορεί να τοποθετηθεί στο  «μακούτζι» και να γίνεται η ύφανση. Τα «κανιά ήταν μικρά κομμάτια, σαν σωλήνες, από καλάμι.
Κάτι άλλο που θυμάμαι, όχι και τόσο καλά, ήταν μια διαδικασία ενίσχυσης της αντοχής των κλωστών με μια αυτοσχέδια γόμα που ήταν βασικά υγρή ζύμη, αλεύρι με νερό. Είχαν μια ξύλινη δοκό στην οποία ήταν καρφωμένα μεγάλα καρφιά στα οποία περνούσαν τα «κανιά» με την κλωστή. Σε ένα τοίχο είχαν επίσης καρφωμένα μεγάλα καρφιά με άλλα «κανιά». Μετέφεραν από τα κανιά της δοκού στα καρφιά του τοίχου, ή το αντίθετο, δεν θυμάμαι καλά, την κλωστή που στο μεταξύ την ενίσχυαν με τη ζύμη.
Στο Καιμακλί σε κάθε ευρύτερη οικογένεια υπήρχε και ένα κορίτσι που μάθαινε την τέχνη της υφάντριας, τόσο για τις ανάγκες του σπιτιού και των άλλων συγγενών, που πλήρωναν όμως τα υφαντά τους, αλλά και για την οικονομική ενίσχυση της ίδιας της πιο στενής οικογένειας.
Ακόμη και σήμερα αν κάποιος ανοίξει το ερμάρι της γιαγιάς θα βρει υφαντά από τα χέρια της θείας μου τυλιγμένα σε «τόπια».
Κ.Α.Χ.
23.3.2015  


  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου