Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σελίδες

Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2015

Εραστής σε βόρειο προάστιο

Ιστορίες του Αγώνα (13)
ΕΡΑΣΤΗΣ ΣΕ ΒΟΡΕΙΟ ΠΡΟΑΣΤΙΟ
Τη δεκαετία του πενήντα στην οδό Παρθενώνος στο Καϊμακλί, σε ένα γωνιακό οικόπεδο, ο ιδιοκτήτης ανέγειρε μια διπλοκατοικία. Ο άνθρωπος είχε ένα γιο και δυο κόρες που πλησίαζαν να τελειώσουν το σχολείο, η μια το Γυμνάσιο και η άλλη τις Καλογριές. Έφταναν δηλαδή σε ηλικία γάμου και ο πατέρας, όπως συνηθιζόταν τότε έπρεπε να ετοιμάσει την προίκα τους, τουλάχιστο ένα σπίτι για να τις «σπιτώσει» με το γαμπρό που θα έβρισκαν.
Για να κτίσει τη διπλοκατοικία δανείστηκε ένα σεβαστό ποσό από τη Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία της Κοινότητας. Από το μεροκάματό του μόνο δεν ήταν δυνατό να εξοικονομεί τη δόση για αποπληρωμή του δανείου και έτσι ενοικίασε τα δυο σπίτια. Ενοικιαστές ήταν Άγγλοι στρατιωτικοί που πριν την έναρξη του Αγώνα ενοικίαζαν παντού, σε όλη τη Λευκωσία και τα προάστια, με προτίμηση στα καινούρια σπίτια που είχαν περισσότερες ανέσεις.
Η ζωή κυλούσε ομαλά στην καθημερινότητά της. Μάλιστα οι γυναίκες των Άγγλων στρατιωτικών επισκέπτονταν τις άλλες γυναίκες της γειτονιάς και έπιναν μαζί καφέ και τσάι. Οι Κύπριες μάλιστα τις φίλευαν με διάφορα γλυκά που έφτιαχναν στο σπίτι τους και το Πάσχα τους έδιναν «φλαούνες», την παραδοσιακή πασχαλινή κυπριακή τυρόπιτα, με τυρί από την Πάφο και χαλούμι.
Με την έναρξη του Αγώνα οι κυρίες των Άγγλων στρατιωτικών όλο και περιορίζονταν στα σπίτια τους τα οποία εγκατέλειψαν μετά από ένα επεισόδιο που συνέβη εκεί. Κάτω από ένα γεφυράκι του δρόμου για τα νερά της βροχής, μια περίπολος Άγγλων στρατιωτών και αστυνομικών ανακάλυψε εκρηκτικές ύλες. Μετά από αυτό δόθηκαν οδηγίες όπως όλοι οι Άγγλοι στρατιωτικοί  συγκεντρωθούν σε μια περιοχή της πόλης μόνο ή να κατοικήσουν σε σπίτια κυβερνητικά, της Αγγλικής διοίκησης, που τα φρουρούσε κατάλληλα ο στρατός.
Το καλοκαίρι του 1956 απέδρασαν από τα κρατητήρια των Άγγλων μερικοί αγωνιστές της Οργάνωσης και δύο από αυτούς βρήκαν καταφύγιο σε μια μεγάλη αποθήκη ξυλείας, ένα-δυο σπίτια πιο κάτω από τη διπλοκατοικία. Ένα από τα παιδιά του ιδιοκτήτη της αποθήκης, καθώς και η μεγάλη του κόρη ανήκαν στην Οργάνωση και έτσι ανέλαβαν να κρύψουν για κάποιο χρόνο δύο από τα μέλη της Οργάνωσης που είχαν δραπετεύσει από τα κρατητήρια.
Οι γείτονες κάτι πρόσεξαν αλλά κανένας δε μιλούσε γι αυτό. Θα πρέπει κάτι να υποψιάστηκαν και οι Άγγλοι γιατί περιπολούσαν συχνά στην περιοχή και ερευνούσαν τα σπίτια χωρίς όμως να εντοπίσουν τους δραπέτες. Μάλιστα συνέλαβαν μια μέρα την κόρη του ιδιοκτήτη και την κράτησαν σε αστυνομικό σταθμό για δυο νύχτες. Την υπέβαλαν σε ανάκριση, έλεγαν μάλιστα ότι τη βασάνισαν κατά τρόπο άσεμνο για τον πολύ κόσμο τότε, όμως εκείνη δεν ομολόγησε τίποτα.
Απέναντι από την αποθήκη ξυλείας ζούσε η κυρία Ευτυχία με το σύζυγό της Στυλιανό και τα δυο παιδιά τους. Η κυρία Ευτυχία μυημένη κι αυτή στην Οργάνωση ανέλαβε να προμηθεύει τους φυγάδες με φαγητό. Πάνω στη μεγάλη πόρτα της αυλής της αποθήκης υπήρχε μια πιο μικρή πόρτα που ήταν ξεκλείδωτη. Στην αυλή της αποθήκης ζούσαν πολλά αδέσποτα γατάκια. Έτσι η κυρία Ευτυχία έπαιρνε τροφή στα γατάκια για να είναι καλυμμένη αν την έβλεπαν οι Άγγλοι στρατιώτες αλλά ταυτόχρονα είχε μαζί της και φαγητό για τους φυγάδες που το άφηνε σε ένα προκαθορισμένο σημείο.
 Με τον καιρό τα μέλη της Οργάνωσης ξεθάρρεψαν και πήγαιναν στο σπίτι της κυρίας Ευτυχίας για μπάνιο και καφέ. Μια μέρα ένας από τους αγωνιστές που βρισκόταν στο σπίτι της κυρίας Ευτυχίας αντιλήφθηκε μια περίπολο να σταματά στο πίσω μέρος του σπιτιού και αναγκάστηκε να πηδήξει από το παράθυρο και να τρέξει στον κρυψώνα του στην αποθήκη ξυλείας.
Απέναντι και διαγώνια από το σπίτι της κυρίας Ευτυχίας έμενε μια οικογένεια που είχε και τη γιαγιά της την κυρία Ευτέρπη. Η κυρία Ευτέρπη κρατούσε μπαστούνι για να βοηθείται στο περπάτημα και καθόταν για πολλές ώρες στην τζαμαρία του σπιτιού παρακολουθώντας τους περαστικούς. Εκείνη τη μέρα είδε ένα άντρα να πηδά από το παράθυρο τους σπιτιού της κυρίας Ευτυχίας και να φεύγει τρέχοντας. Εκείνη την ώρα επέστρεφε στο σπίτι του με το ποδήλατό του και ο σύζυγος της κυρίας Ευτυχίας, ο κύριος Στυλιανός.
Η γιαγιά Ευτέρπη έμεινε με το στόμα ανοιχτό και μόλις σχόλασε η κόρη της από τη δουλειά την περίμενε στην είσοδο και της είπε:
-         Κόρη μου η κυρία Ευτυχία έχει εραστή!
-         Τι λες μάμα;
-         Τον είδα να πηδά από το παράθυρο του σπιτιού την ώρα που επέστρεφε από τη δουλειά του ο κύριος Στυλιανός!
Η κόρη της κυρίας Ευτέρπης που ήξερε για τη δράση της κυρίας Ευτυχίας στον Αγώνα είπε στη μητέρα της:
-         Εντάξει μάμα! Εμάς δε μας νοιάζει τι κάνει ο καθένας. Μην πεις τίποτα σε κανένα. Είναι κρίμα ο κύριος Στυλιανός και τα παιδιά.
Ο Αγώνας τέλειωσε. Η Κύπρος ανακηρύχθηκε σε ανεξάρτητο κράτος και πέρασαν χρόνια πολλά. Η κυρία Ευτέρπη έφυγε πλήρης ημερών. Στα τελευταία της ζήτησε από την κόρη της να φωνάξει τον ιερέα για να εξομολογηθεί. Ήθελε να πει την αμαρτία της που απέκρυψε την αλήθεια για τον εραστή που είδε να πηδά από το παράθυρο του σπιτιού της κυρίας Ευτυχίας. Τον εραστή του Καϊμακλίου, του βόρειου προαστίου της Λευκωσίας!
Κ.Α.Χ.

24.9.2015

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου