Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σελίδες

Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου 2015

Ο ζεστός καφές

Ιστορίες του Αγώνα (2)
Ο ΖΕΣΤΟΣ ΚΑΦΕΣ
Ήταν μια βδομάδα πριν τα Χριστούγεννα του 1957. Παρόλο το κρύο υπήρχε αρκετός κόσμος στην οδό Λήδρας στη Λευκωσία που έκανε, έστω και με τα λίγα χρήματα που διέθετε τα χριστουγεννιάτικα ψώνια του. Η βροχή είχε σταματήσει και πλήθαιναν οι διαβάτες στους δρόμους όταν στην αρχή της οδού Λήδρας ακούστηκε μια έκρηξη όχι πολύ δυνατή. Ο κόσμος έτρεχε να απομακρυνθεί λέγοντας ότι κάποιος νεαρός, προφανώς αγωνιστής της Οργάνωσης, έριξε μια χειροβομβίδα σε ένα στρατιωτικό όχημα Land Rover που ήταν σταθμευμένο εκεί. «Ευτυχώς δεν υπάρχουν θύματα» είπε κάποιος που έτρεχε ανάμεσα στο πλήθος που απομακρυνόταν για να αποφύγει ενδεχόμενη σύλληψη από τις «δυνάμεις ασφαλείας» που σύντομα θα κατέφθαναν εκεί και θα απέκλειαν την περιοχή για διεξαγωγή ερευνών. Τότε εξαιτίας κάποιου τέτοιου επεισοδίου μπορεί να κατέληγες σε κάποιο από τα κρατητήρια για μήνες μέχρι να αποφασίσουν να σε αφήσουν ελεύθερο.
Σε μια πάροδο της οδού Λήδρας, στη Θεμιστοκλή Δέρβη, ένας νεαρός, ήταν δεν ήταν είκοσι χρονών, άνοιξε βιαστικά την πόρτα του καφενείου, κοίταξε ανήσυχα δεξιά-αριστερά προτού την κλείσει πίσω του και πλησίασε κοντά σε μια σιδερένια σόμπα που έκαιγε ξύλα ζεσταίνοντας τους πέντε-έξι ηλικιωμένους θαμώνες του καφενείου. Κάθισε σε μια καρέκλα κοντά στους άλλους θαμώνες και είπε στον καφετζή που ήταν πίσω από τον πάγκο:
-          Ένα μάλλον γλυκύ, παρακαλώ.
-          Έφτασε!
Ο νεαρός έβγαλε από την τσέπη ένα άσπρο μαντηλάκι στο οποίο κάποιος θα μπορούσε να διαβάσει τα αρχικά Μ.Κ. κεντημένα καλλιγραφικά με κόκκινη κλωστή, και άρχισε να σκουπίζει τα παπούτσια του πάνω και κάτω, προφανώς για να μη φαίνεται ότι ήταν έξω στο βρεγμένο από τη βροχή δρόμο. Όταν τέλειωσε έριξε το μαντηλάκι στη φωτιά της ξυλόσομπας. Οι άλλοι θαμώνες τον κοιτούσαν χωρίς να πουν οτιδήποτε παρά μόνο δυο απ’ αυτούς συνέχιζαν την παρτίδα ταβλιού και οι υπόλοιποι παρακολουθούσαν με ενδιαφέρον σχολιάζοντας που και που το παιγνίδι, ξέροντας όλοι καλύτερα τις κινήσεις που έπρεπε να κάνουν οι παίκτες απ’ ότι οι ίδιοι.
Μόλις ο καφετζής άφησε τον καφέ του νεαρού σε ένα τραπεζάκι δίπλα του άνοιξε με θόρυβο η πόρτα του καφενείου και μπήκε μέσα με το πιστόλι στο χέρι ο λοχαγός Patrick Rayan και από πίσω του τρεις άλλοι Άγγλοι στρατιώτες με το χέρι στη σκανδάλη.
-          Ποιος μπήκε εδώ πριν λίγο; Ρώτησε ο λοχαγός τον καφετζή που είχε επιστρέψει στον   πάγκο του.
-          Κανένας! Έχει αρκετή ώρα να μπει πελάτης στο καφενείο μου!
-          Είσαι βέβαιος;
-          Όπως με βλέπεις και σε βλέπω!
Οι υπόλοιποι θαμώνες δεν αναμείχθηκαν στο διάλογο και συνέχισαν να παίζουν τάβλι με χαμηλόφωνα όμως τώρα τα σχόλιά τους. Ο λοχαγός πλησίασε στο τραπεζάκι όπου ήταν ο καφές του νεαρού και άγγιξε το φλιτζανάκι. Ήταν ζεστό.
-          Να σας ψήσω ένα καφέ; ρώτησε ο καφετζής το λοχαγό.
-          Όχι ευχαριστώ, απάντησε αυτός.
Ο λοχαγός κοίταξε το νεαρό και πάλι που κοίταζε ανήσυχα προς τη σόμπα προσπαθώντας να κρύψει την ανησυχία του. Σε κάποια στιγμή το βλέμμα του νεαρού και του λοχαγού διασταυρώθηκαν.
-          Πιες τον καφέ σου, μην κρυώσει! Είπε ο λοχαγός στο νεαρό που τα είχε χαμένα.
Ο λοχαγός ξανακοίταξε το νεαρό και γύρισε προς τους στρατιώτες που το συνόδευαν:
-          Εμπρός πάμε! Δεν υπάρχει τίποτα εδώ!
Μόλις έφυγε ο λοχαγός και οι στρατιώτες του, ο νεαρός ήπιε μια γουλιά καφέ και αναστέναξε βαθειά. Οι άλλοι θαμώνες συνέχισαν να παίζουν τάβλι χωρίς να πουν λέξη για το επεισόδιο.

                                                                         ***

Πριν τρεις μέρες ο λοχαγός Patrick Rayan είχε πάρει ένα γράμμα από τη γυναίκα του Sara από το Μπέλφαστ. Έγραφε λοιπόν η Sara στον Patrick από το Μπέλφαστ:
«Μπέλφαστ
18.12.1957
Αγάπη μου,
Κι αυτά τα Χριστούγεννα θα τα περάσουμε μακριά ο ένας από τον άλλο! Παρακαλώ το Θεό και το Χριστούλη που θα γεννηθεί και φέτος στην ταπεινή φάτνη στο σπήλαιο της Βηθλεέμ –αλήθεια πόσο κοντά είναι η Κύπρος στη Βηθλεέμ— να τελειώσει αυτή η κατάσταση στην Κύπρο και «αυτά να είναι τα τελευταία Χριστούγεννα που περνούμε χώρια».
Την περασμένη Κυριακή, όπως σου είχα γράψει στο προηγούμενο μου γράμμα, πήγα στο Λονδίνο και επισκέφθηκα τον αδελφό μου Neal που κρατούν οι Άγγλοι στις φυλακές Barnsbury. Είναι καλά, όσο μπορεί ένας άνθρωπος να είναι καλά κλεισμένος στη φυλακή και σου στέλλει τα χαιρετίσματά και την αγάπη του παρόλο που μου τόνισε ότι αυτός αγωνίζεται για την υπόθεση της Ιρλανδίας ενώ εσύ υπηρετείς τους Άγγλους. Μη θυμώσεις σε παρακαλώ, ξέρεις εσύ τον Neal. Μου είπε ότι στις φυλακές του ….. κρατάνε μαζί τους και κάποιους τρομοκράτες από την Κύπρο, πατριώτες, μού τους είπε, ξέρεις εσύ τον Neal.
Μου είπε επίσης ότι περνάνε καλά μαζί τους και ότι έχουν ως κοινό εχθρό τους Άγγλους. Μάλιστα μου είπε ότι είναι καλοί άνθρωποι και ότι κάνει ιδιαίτερη παρέα με κάποιο που τον λένε Πατρίκιο, Patrick δηλαδή όπως εσένα. Αυτός ο Κύπριος Patrick έφτιαξε λέει από καλάμι ένα μουσικό όργανο, κάτι σαν φλάουτο και παίζει μ’ αυτό μουσική της πατρίδας του και τους διασκεδάζει. Τους τραγουδά επίσης κάτι τραγούδια της Κύπρου.
Patrick, σε κούρασα με τον αδελφό μου το Neal και τους Κύπριους συγκρατούμενους του. Τί να κάνω όμως; Αυτά είναι τα νέα μου. Χωρίς εσένα η ζωή μου δεν έχει κανένα ιδιαίτερο νόημα γι αυτό και παρακαλώ συνέχεια το θεό να δώσει να είναι αυτά τα τελευταία Χριστούγεννα που περνάμε ο ένας μακριά από τον άλλο.
Με όλη μου την αγάπη
Sara
ΥΓ Πολλά φιλιά»
Αυτά σκεφτόταν ο λοχαγός Patrick Rayan την ώρα που άγγιξε το φλιτζανάκι του καφέ του νεαρού σ’ εκείνο το καφενείο της οδού Θεμιστοκλή Δέρβη στην παλιά Λευκωσία και το βρήκε ζεστό!
Κ.Α.Χ.
2.9.2015


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου