Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σελίδες

Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2014

Πονόδοντος

ΠΟΝΟΔΟΝΤΟΣ
Με το φίλο μου το Βάκη καθίσαμε μέσα στην καφετέρια γιατί σύμφωνα με τους μετεωρολογικούς υπολογισμούς μας «ερχόταν βροχή, ερχόταν μπόρα». Με το ζεστό καφέ στο χέρι αρχίσαμε την κουβέντα.
-          Με ποιους μετεωρολογικούς υπολογισμούς υπολόγισες ότι ερχόταν βροχή και μπόρα; Αφού είχε σκοτεινιάσει ο ουρανός από τα ολόμαυρα σύννεφα!
-          Μα φίλε Βάκη σου το είχα πει από ώρα ότι θα είχαμε βροχή. Δεν περίμενα να σκοτεινιάσει ο ουρανός!
-          Καλά πώς το κατάλαβες; ΄Η μήπως ήταν τυχαίο;
-          Όχι τυχαίο δεν ήταν! Οι προβλέψεις της γιαγιάς μου πάντα επαληθεύονταν και της εφάρμοσα και εγώ.
-          Δηλαδή;
-          Η γιαγιά μου κοίταζε τον Πενταδάχτυλο και όταν έβλεπε να τον σκεπάζουν σύννεφα μου έλεγε ότι θα έρθει βροχή. Αυτό έκανα κι εγώ. Μα δε μου λες ο πονόδοντος σού πέρασε για καλά δεν είναι;
-          Μα δεν σου το είπα; ΄Εχω ήδη πάει  σε οδοντίατρο! Και μάλιστα τρεις φορές!
-          Πήγες στο φίλο μας τον Αντρίκο;
-          Ο Αντρίκος έκλεισε το οδοντιατρείο του εδώ και ένα χρόνο. Πήρε σύνταξη.
-          Αχ αυτοί οι συμφοιτητές μας βιάστηκαν να πάρουν σύνταξη τώρα που μεγαλώσαμε και θα τους χρειαστούμε. Τόσον καιρό που δούλευαν είμεθα κι εμείς νέοι και υγιείς. Τώρα που ήρθε ο καιρός μας για γιατρούς και νοσοκόμους πήραν σύνταξη!
-          Θα πηγαίνουμε στα παιδιά τους που έγιναν κι αυτοί γιατροί!
-          Βάκη, θυμάσαι εκείνο τον πονόδοντο που σε έπιασε στη Θεσσαλονίκη όταν πήγαμε εκείνο το καλοκαίρι που είμεθα φοιτητές;
-          Τι λες ξεχνιέται τέτοιος πονόδοντος;
-          Μας άφησε το αυτοκίνητο-ψυγείο με το οποίο ταξιδέψαμε με ωτό-στοπ εκεί στο Βαρδάρη, κοντά στο σιδηροδρομικό σταθμό και μετά πήραμε με τα πόδια την Εγνατίας όπου βρήκαμε ένα καλό ξενοδοχείο κοντά στις Καμάρες.
-          Μόλις μπήκαμε στο δωμάτιο άρχισε ο πονόδοντος και όλο και δυνάμωνε. Μου έλεγες να μου φέρεις ένα ούζο να πιω να μου περάσει. Δεν άντεχα όμως και φύγαμε αμέσως για το πρώτο φαρμακείο.
-          Σου έδωσε κάτι παυσίπονα και σου είπε να παίρνεις δύο κάθε τέσσερις ώρες. Θυμάσαι τι του είπες;
-          Τι του είπα;
-          Μα δηλαδή θα με κρατά ο πονόδοντος για τέσσερις ώρες; Ευτυχώς σου πέρασε με τα παυσίπονα και δεν χρειάστηκες οδοντίατρο «μες τα χωριά τα ξένα»!
-          Ναι ευτυχώς!
-          Μετά μας τέλειωσαν τα χρήματα και αποφασίσαμε να βρούμε πιο φτηνό ξενοδοχείο στο οποίο μείναμε μόνο μια νύχτα!
-          Ναι θυμάμαι που πήγαμε σε ένα ξενοδοχείο εκεί που είναι σήμερα τα λαδάδικα.
-          Ξενοδοχείο, τρόπος του λέγειν! Θυμάσαι το όνομά του;
-          Όχι
-          Λεγόταν «Πατέρας. Ο Καλός ΄Υπνος».
-          Του ζήτησα δωμάτιο με δυο κρεβάτια και με κοίταξε λες και ήμουν εξωγήινος. «Εδώ νοικιάζουμε κρεβάτια κύριε, όχι δωμάτια. Στο όροφο αριθμός τρία, να πάρτε» και μας έδωσε από μια κουβέρτα, ένα σεντόνι και ένα μαξιλάρι. «Και να τα φέρετε μαζί σας όταν θα φύγετε».
-          Στο δωμάτιο είχε δέκα-δώδεκα κρεβάτια, όλα κατειλημμένα. Τα περισσότερα από ηλικιωμένους που το βράδυ ροχάλιζαν, έβηχαν και έφτυναν. Μερικοί κάπνιζαν και άντε να κοιμηθείς! Δεν κλείσαμε μάτι!
-          Οι τουαλέτες ήταν στο τέρμα του διαδρόμου και απέναντι τα μπάνια όπου καθόταν μια ηλικιωμένη γυναίκα και μάζευε τα κουπόνια. Θυμάσαι το δωμάτιο, μάλλον το κρεβάτι ήταν τριάντα δραχμές και το μπάνιο χρεωνόταν έξτρα πέντε δραχμές!
-          Πάντως ωραία περάσαμε στη Θεσσαλονίκη!

Κ.Α.Χ.

4.11.2014

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου