Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σελίδες

Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2014

Πρόσωπα και συνειρμοί

ΠΡΟΣΩΠΑ ΚΑΙ ΣΥΝΕΙΡΜΟΙ
Κάθομαι στην παραλία του Ζυγίου και ατενίζω το «απέραντο γαλάζιο» όπως καταλήξαμε να λέμε υπό τύπον κλισέ όποτε αναφερόμαστε στη θάλασσα. Και όποτε μιλώ για θάλασσα έρχεται στη σκέψη μου ο ποιητής του Αιγαίου ο Οδυσσέας Ελύτης. Με βάση αυτόν τον συνειρμό καταγράφω πώς έχω συνδέσει ορισμένους φίλους με διάφορα γεγονότα και ιδέες.
΄Οποτε φέρω στο νου μου το φίλο και συμφοιτητή μου Γιάννη (Ι.Π.) σήμερα καθηγητή στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, θυμούμαι μια υπόγεια ταβέρνα στο κέντρο της πόλης κάτω από το κεντρικό ταχυδρομείο που σέρβιρε μόνο ψάρι. Μια παρέα συμφοιτητές βρισκόμασταν εκεί συχνά τα βράδια για φαγητό. Παραγγέλλαμε μαρίδα που ήταν το πιο φτηνό φαγητό στον κατάλογο και κόκκινο κρασί χύμα. ΄Οποτε τρώγαμε και πίναμε κανένα δυο ποτηράκια, ο Γιάννης σηκωνόταν πάνω και άρχιζε την απαγγελία! Ξεκινούσε με «Τα Τείχη» του Κωνσταντίνου Π. Καβάφη, ακριβώς έτσι προανήγγειλλε το ποίημα και όταν έφτανε στο τέλος, στον τελευταίο στίχο
 «Ανεπαισθήτως μ έκλεισαν από τον κόσμον έξω»
 σταματούσε συγκινημένος και έπινε μια γουλιά κρασί, λες και ένοιωθε ο ίδιος αποκλεισμένος από τον κόσμο!
Συνεχίζαμε το φαγοπότι και σε λίγο ο Γιάννης σηκωνόταν πάνω για το δεύτερο γύρο απαγγελίας. Ανακοίνωνε και πάλι τον τίτλο της «Περιμένοντας τους βαρβάρους» του Κωνσταντίνου Π. Καβάφη. ΄Οταν έφτανε στο τέλος, στο στίχο
«Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους.
Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις»
και πάλι συγκινημένος μας κοίταζε όλους με απορία και τα χέρια προς τα πάνω για να προσθέσει. «Αυτό το ποίημα απάγγελλαν στις υπόγειες μπυραρίες του Βερολίνου οι αντιστασιακοί κατά του Χίτλερ και κατά του ναζισμού. Πολλοί έφευγαν τότε στη Νορβηγία και μετέφεραν εκεί την απαγγελία τους ...»
Το φαγητό και το ποτό τέλειωνε κάποια στιγμή οπότε νάσου και πάλι ο Γιάννης όρθιος αυτή τη φορά να αναγγέλλει, «Οι Μοιραίοι» του Κώστα Βάρναλη και να αρχίζει,
«Μες την υπόγεια την ταβέρνα
Μες σε καπνούς και σε βρισιές
Απάνω στρίγκλιζε η λατέρνα
΄Ολη παρέα πίναμε χτες
Εχτές σαν όλα τα βραδάκια
Να πάνε κάτω τα φαρμάκια ...»
Το ποίημα αυτό δεν το τέλειωνε ποτέ, δεν κατάφερνε να το τελειώσει από τη συγκίνηση και τα δάκρυα που κυλούσαν από τα μάτια του. Για να τον βγάλουμε από τη δύσκολη θέση αρχίζαμε να τραγουδούμε το ποίημα όπως το μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης. Και πάντοτε όταν σηκωνόμασταν να φύγουμε ο Γιάννης απευθυνόταν σε μένα λέγοντάς μου. «Τι μεγαλείο η ποίηση, πόσο μεγάλοι οι ποιητές μας, ρε μεγάλε!»
Κ.Α.Χ.
13.11.2014


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου