Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σελίδες

Πέμπτη 23 Απριλίου 2015

Ράπτριες

ΡΑΠΤΡΙΕΣ
ΤΡΙΑΚΟΣΤΗ ΤΡΙΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ «ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΗ», ΜΠΟΡΕΙ ΚΑΙ ΟΧΙ …
Το 1857 οι ράπτριες της Νέας Υόρκης οργάνωσαν δυναμικές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας διεκδικώντας δεκάωρη εργασία αντί της δεκαεξάωρης που ίσχυε τότε. Οι διαδηλώσεις πνίγηκαν στο αίμα μετά από σκληρή παρέμβαση της αστυνομίας. Οι ράπτριες τελικά πολύ αργότερα κέρδισαν το οκτάωρο μαζί με τους υπόλοιπους εργαζόμενους.
Πάντως εγώ, από την ημέρα που γεννήθηκα, θυμάμαι τη μητέρα μου που ήταν ράπτρια να εργάζεται δεκαέξι ώρες το λιγότερο την ημέρα αλλά και τη νύχτα συνέχεια μέχρι την ημέρα που μας έφυγε!
Στο Καιμακλί θυμάμαι όταν ήμουνα μικρό παιδάκι, κάθε ευρύτερη οικογένεια έπρεπε να έχει ένα κορίτσι που ήξερε να ράβει, όπως συνέβαινε και με τις υφάντριες. Οι ράπτριες εργαζόντουσαν στο σπίτι τους μετατρέποντας ένα από τα δωμάτια του σπιτιού τους σε εργαστήριο. Είχαν απαραίτητα μια ραπτομηχανή «Σίνγκερ», τα ψαλίδια τους και ένα τραπέζι στο οποίο έκοβαν τα υφάσματα και σιδέρωναν τα τελειωμένα φορέματα, φούστες και μπλούζες. Είχαν επίσης ένα σίδερο για το σιδέρωμα, το οποίο αρχικά δούλευε με κάρβουνα και μετά με ηλεκτρισμό. Με την έλευση του ηλεκτρισμού απαλλάχτηκαν από το άγχος μήπως και κάποιος σπινθήρας πεταχτεί και κάψει το ύφασμα. Απαραίτητος ήταν επίσης και ένας μαγνήτης πάνω στον οποίο μαζεύονταν οι καρφίτσες για να μη σκορπούν εδώ κι εκεί.
Η απόκτηση της ραπτομηχανής «Σίνγκερ» ήταν για την εποχή μια μεγάλη επένδυση. Μερικές ράπτριες μάλιστα έπρεπε να πάρουν δάνειο από την τράπεζα για να την αγοράσουν. Αν σήμερα μπορούμε να πούμε ότι η αγορά ενός οικοπέδου κάνει όσο δέκα αυτοκίνητα, τότε έλεγαν πως η αγορά ενός οικοπέδου έκανε όσο δέκα ραπτομηχανές!
Οι ραπτομηχανές ήταν «ποδοκίνητες». Είχαν ένα μεγάλο πετάλι και για τα δύο πόδια που κινούμενα μπροστά πίσω (ή μάλλον πάνω-κάτω ή πατούσες-δάκτυλα) κινούσαν ένα τροχό με έκκεντρο που μετέδιδε την κίνηση σε άλλο τροχό, πιο μικρό, που με ένα μηχανισμό κινούσε πάνω-κάτω τη βελόνα με την περασμένη κλωστή. Από κάτω, εκεί που χωνόταν η βελόνα τρυπώντας το ύφασμα, υπήρχε ένας μηχανισμός η «ραβέττα», όπως την έλεγαν μέσα στον οποίο υπήρχε «μασούρι» που με με άλλη κλωστή που τραβιόταν πάνω μπλεκόταν με την προηγούμενη κάνοντας τη ραφή.
Τα αναλώσιμα εκτός από τις κλωστές («μπάκαρης» και «μασουράκι») που κατά κανόνα έφερνε η πελάτισσα ήταν οι βελόνες της ραπτομηχανής, η «τήρα», άσπρη κλωστή για το πρώτο πρόχειρο ράψιμο, οι καρφίτσες και η κιμωλία με την οποία σημάδευαν το ύφασμα για να το κόψουν. Αναλώσιμο ήταν επίσης και το λάδι της ραπτομηχανής που έβαζαν σε «λαδικό», όπως ονομαζόταν το ειδικό μεταλλικό μπουκαλάκι στο οποίο τοποθετούσαν το λάδι, για το λάδωμα ορισμένων μερών της μηχανής. Ο αντιπρόσωπος της «Σίνγκερ» βρισκόταν στην οδό Λήδρας λίγο πριν το σημερινό οδόφραγμα.
Η μητέρα μου που ασκούσε το επάγγελμα της ράπτριας μια ολόκληρη ζωή προοριζόταν από μικρή, μετά το δημοτικό, να συνεχίσει στο Γυμνάσιο. Οι δικοί της την έγραψαν, μετά από εξετάσεις, στο Γυμνάσιο Θηλέων Φανερωμένης όπου φοίτησε για τρεις περίπου μήνες! Για να συνεχίσει όμως θα έπρεπε να πληρωθούν τα δίδακτρα. Αφού όμως δεν είχαν το απαιτούμενο ποσό αναγκαστικά βρέθηκε μαθητευόμενη ράπτρια στη  Σχολή Κοπτικής και Ραπτικής της κυρίας Θεανώς Μ. Βασιλειάδου, αποφοίτου της Academie Doy Paris. Η Σχολή βρισκόταν στην οδό Λήδρας και στο ατελιέ της ραβόταν η υψηλή κοινωνία της Λευκωσίας που ακολουθούσε την «haute couture» Παρισίων. Η μητέρα μου αποφοίτησε μετά από τρία, αν θυμάμαι καλά, χρόνια και της απονεμήθηκε το δίπλωμα κοπτικής και ραπτικής «κατόπιν εξετάσεων», όπως αναγράφεται στο δίπλωμα που της δόθηκε.
Θυμάμαι όταν ήμουνα μικρό παιδάκι προσχολικής ακόμη ηλικίας, που η μητέρα μου μού έραψε ένα χαριτωμένο παλτουδάκι όπως έλεγαν όλοι, εκτός από μένα. ΄Ηταν καφέ ανοιχτόχρωμο με βελούδινο γιακά βαθύτερου καφέ χρώματος. Από το ίδιο βελούδινο ύφασμα είχε στο πίσω μέρος, στο ύψος της μέσης, απομίμηση ζώνης με δύο κουμπιά στις άκρες. Το φόρεσα δεν το φόρεσα δύο ή τρεις φορές αυτό το παλτό γιατί το θεωρούσα κοριτσίστικο!
Το επάγγελμα της ράπτριας σήμερα, με την ανάπτυξη της βιομηχανίας ετοίμων ενδυμάτων έχει σχεδόν εκλείψει. Μια νέα όμως αναλαμπή φαίνεται να παρουσιάζει το επάγγελμα σήμερα με την οικονομική κρίση που βιώνει ο τόπος αφού πολλοί πλέον άρχισαν να επιδιορθώνουν τα παλιά τους ρούχα.
Κ.Α.Χ.

24.4.2015  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου