Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σελίδες

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2018

Μετά από 44 χρόνια

ΜΕΤΑ ΑΠΟ 44 ΧΡΟΝΙΑ
Ο οδηγός του λεωφορείου στάθμευσε στο χώρο στάθμευσης δίπλα από το κάστρο της Κερύνειας και ο επικεφαλής της εκδρομής ανακοίνωσε στους επιβάτες:
-         Ο κατήφορος στα δεξιά σας οδηγεί στο λιμανάκι της Κερύνειας. Θα παραμείνουμε εδώ για μια ώρα και παρακαλώ όλοι να επιστρέψετε εδώ στο λεωφορείο στην ώρα σας για να συνεχίσουμε το ταξίδι μας.
Οι επιβάτες διασκορπίστηκαν σε ομάδες και κατέβηκαν στο γραφικό λιμανάκι της Κερύνειας. Άλλοι άρχισαν να διηγούνται τις αναμνήσεις τους από την Κερύνεια, άλλοι να επεξηγούν στους νεότερους για τα κάστρο και το ναυάγιο της Κερύνειας, άλλοι να ψάχνουν για το οίκημα του σωματείου της ΠΑΕΚ και άλλοι να κάθονται για τον πρωινό τους καφέ σε κάποια από τα κέντρα του λιμανιού που μόλις είχαν ανοίξει τις πόρτες τους για τους πρώτους επισκέπτες.
Ένας κύριος καμιά εξηνταπενταριά χρονών στάθηκε για λίγο σε στάση προσοχής ατενίζοντας το κάστρο της Κερύνειας. Το βλέμμα του θόλωσε και ένα δάκρυ κύλισε στο μάγουλό του. Στη διάρκεια του πολέμου, της τουρκικής εισβολής, υπηρετούσε εκεί και μόλις κατάφερε να διαφύγει και να μην πιαστεί αιχμάλωτος μαζί με μια ομάδα άλλων στρατιωτών. Οι περισσότεροι κατάφεραν να διαφύγουν προς το νότο  μέσω Πελλαπάις. Δύο που έμειναν πίσω είναι σήμερα αγνοούμενοι.
Από τη Λευκωσία όπου έφτασε στην έδρα της μονάδας του τον έστειλαν στην περιοχή του Λάρνακα της Λαπήθου απ’ όπου μετά από σκληρές μάχες κατάφερε να διαφύγει και πάλι την αιχμαλωσία. Με σπασμένο το αροιστερό του πόδι μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Λευκωσίας.
Κάθισε κι αυτός με μια παρέα αγνώστων για καφέ. Κατά την επιστροφή στο λεωφορείο βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με μια κυρία περίπου της ηλικίας του, λίγο πιο νέα απ’ αυτόν.
-         Μάρκο! Δεν είσαι συ που τριγυρνούσες στους διαδρόμους του Γενικού νοσοκομείου Λευκωσίας με σπασμένο πόδι και κουρελιασμένη στρατιωτική στολή, το 1974;
-         Μαριάννα! Δεν είσαι συ που εθελόντρια νοσοκόμα μου έφερες ένα παντελόνι και ένα πουκάμισο του πατέρα σου; Πού, μάλλον γιατί χάθηκες από τότε;
-         Εγώ χάθηκα ή εσύ; Σε περίμενα …
-         Κι εγώ σε περίμενα …
Την πλησίασε τόσο πολύ που προς στιγμή κάποιος θα περίμενε ότι θα την αγκάλιαζε και θα τη φιλούσε. Κι εκείνη έδειχνε πως αυτό περίμενε. Όμως της έδωσε το χέρι το οποίο όμως κράτησε λίγο περισσότερο απ΄ότι υπαγορεύει το σαβουάρ βιβρ. Το άφησε αμέσως μόλις συνειδητοποίησε το «λάθος» του.
-         Χάθηκα γιατί οι γονείς μου με πήραν και φύγαμε στη Λεμεσό. Το σπίτι μας ήταν πολύ κοντά στην Πράσινη Γραμμή.
-         Χάθηκα γιατί με στείλανε στην τότε Ανατολική Γερμανία και σώθηκε το πόδι μου. Μετά έμεινα εκεί για σπουδές. Όταν επέστρεψα στην Κύπρο εργάστηκα ως καθηγητής σε σχολεία.
-         Κι εγώ σε σχολεία εργαζόμουνα μέχρι τον περασμένο χρόνο, ως γραμματέας.
-         Δεν το ήθελε ο διάβολος, ίσως ή η τύχη να εργαστούμε στο ίδιο σχολείο!
Αντάλλαξαν τηλέφωνα και είπαν με μια φωνή «μη χαθούμε και πάλι»
Σε δέκα μέρες από τότε καθόντουσαν στην καφετέρια «Νίρο» στη Λευκωσία και αποκάλυψαν ο ένας στον άλλο ότι είναι ελεύθεροι. Εκείνος δεν παντρεύτηκε ποτέ. Εκείνη πήρε κάποιον ξένο και διέκοψε τις σπουδές της στην Ελλάδα. Ο γάμος κράτησε ένα χρόνο και απέκτησε ένα γιο 44 ετών τώρα.
Άπλωσε το χέρι του και κράτησε το δικό της χωρίς να σκέφτεται πια το σαβουάρ βιβρ. Σκεφτόταν όμως ότι ο πόλεμος γράφει μικρές-μικρές ιστορίες που κανένας ιστορικός δε θα αφηγηθεί ποτέ.
Κ.Α.Χ.

26.11.2018

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου