Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σελίδες

Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2018

Μολότωφ

ΜΟΛΟΤΩΦ
Καταγόταν από φτωχή αλλά καλά συγκροτημένη οικογένεια. Οικογένεια που σεβόταν πολύ την εκκλησία και  πίστευε στα ιδανικά του Ελληνικού έθνους. Ο ίδιος πήγαινε από παιδί στην εκκλησία σχεδόν κάθε Κυριακή και λάμβανε μέρος σε όλες τις εκδηλώσεις που οργάνωνε η εκκλησία της ενορίας του. Συμμετείχε από μικρός στο κατηχητικό και όταν μεγάλωσε και πήγε στο Λύκειο βοηθούσε τον Αχιμανδρίτη που έκανε τα μαθήματα στο κατηχητικό.
Την ημέρα της απόβασης του τουρκικού στρατού στην Κύπρο έτρεξε από τους πρώτους να καταταγεί ως δεκανέας στη μονάδα του. Μιλούσε με εθουσιασμό στους άλλους στρατιώτες και τους ενθάρρυνε λέγοντάς τους ότι η «μητέρα πατρίδα» δε θα αφήσει μόνη την Κύπρο.
-         Χρωστούμε πολλά στην πατρίδα. Πρέπει να κάνουμε το χρέος μας ως Έλληνες. Ο Θεός είναι μαζί μας!
-         Ο Θεός είναι με τους δυνατούς, τον πείραξε κάποιος.
-         Γιατί να σκοτωθούμε εμείς; Ας πάνε οι πραξικοπηματίες που μας τους έφεραν, να τους διώξουν, πέταξε ένας άλλος.
-         Πρέπει να εκπληρώσουμε το χρέος μας τώρα και τα υπόλοιπα ας τα αφήσουμε για αργότερα!
Μετά την καταγραφή των στρατιωτών άρχισαν οι αξιωματικοί τους να μοιράζουν οπλισμό και πυρομαχικά. Μαρτίνια και κανένα οπλοπολυβόλο τύπου Μπρεν. Σε κάποια στιγμή τέλειωσαν τα όπλα και οι στρατιώτες διερωτούντο τι θα γίνει μ΄αυτούς. Ο λοχαγός έδωσε διαταγή να επιβιβαστούν όλοι σε δύο καμιόνια «Μπέντφορντ».
-          Όσοι δεν πήρατε όπλο θα πάρετε από ένα μπουκάλι γεμάτο βενζίνη βουλωμένο με ύφασμα και θα πάτε στην Κερύνεια να πυρπολήσετε τα άρματα  του εχθρού. Είναι βόμβες μολότωφ. Πολύ αποτελεσματικές και δοκιμασμένες.
-         Καλά πως θα προσεγγίσουμε τα άρματα; τόλμησε κάποιος να ρωτήσει.
-         Θα σας καλύπτουν όσοι πήραν όπλα κι εσείς θα πλησιάσετε τα άρματα και θα τους βάλετε φωτιά. Βεβαιωθείτε ότι έχετε μαζί σας σπίρτα ή αναπτήρα. Αν κάποιος δεν έχει να ζητήσει από αυτούς που έχουν όπλο.
Τα καμιόνια μέσω Κλεπίνης έφτασαν στην Κερύνεια και κατευθύνθηκαν προς τον Άγιο Γεώργιο. Εκεί κατέβηκαν οι στρατιώτες με διαταγή να οχυρωθούν ένθεν και ένθεν του δρόμου και να περιμένουν «τα άρματα του εχθρού να τα κάψουν». Μετά από λίγη ώρα και αφού άρχισαν να σκάβουν ορύγματα και να μαζεύουν πέτρες για να καλυφθούν πίσω από αυτές, τους εντόπισε η τουρκική αεροπορία και άρχισε να τους βάλλει. Οι στρατιώτες όταν είδαν τα δυο καμιόνια που τους μετέφεραν να τυλίγονται στις φλόγες άρχισαν να σκορπίζονται στα χωράφια άλλοι προς το βουνό και άλλοι προς τη θάλασσα. Στο μεταξύ στο βάθος του δρόμου εμφανίστηκαν δυο άρματα που τα ακολουθούσαν δυο μπουλούκια Τούρκων στρατιωτών.
Μαζί με άλλους οχτώ στρατιώτες κατάφεραν να φτάσουν μέχρι το χωριό. Ακροβολίστηκαν γύρω από ένα εξοχικό σπίτι και περίμεναν χωρίς κανένα σχέδιο. Από παντού ακούγονταν πυροβολισμοί και τα αεροπλάνα πηγαινοέρχονταν  και γάζωναν ότι έβλεπαν στο έδαφος.
Όταν βράδυασε αποφάσισαν να σπάσουν την πόρτα και να μπουν στο σπίτι. Βρήκαν μερικά τρόφιμα και νερό. Αφού έφαγαν ότι βρήκαν ό δεκανέας όρισε φρουρούς και βάρδιες και μερικοί το έριξαν στον ύπνο.
Το φως της μέρας άρχισε να χαράζει όταν ο φρουρός φώναξε ψιθυριστά το δεκανέα και του είπε ότι είδε Τούρκους στρατιώτες να κυκλώνουν το σπίτι. Άρπαξαν τα όπλα τους και ταμπουρώθηκαν στα παράθυρα. Οι Τούρκοι τους εντόπισαν και κάτι τους φώναζαν χωρίς να ανοίξουν πυρ. Σε λίγο εμφανίστηκε και ένα άρμα το οποίο έριξε μια βολή, μάλλον προειδοποιητική.
Ο δεκανέας τότε τους είπε ότι δεν μπορούσαν να κάνουν οτιδήποτε με τα μαρτίνια  και τα λίγα πυρομαχικά που είχαν. Πρότεινε να παραδοθούν, όσοι φυσικά το ήθελαν. Πήρε ένα άσπρο σεντόνι από ένα κρεβάτι του σπιτιού , το κρέμασε σε ένα σκουπόξυλο και το ανέμισε από την πόρτα βγαίνοντας με τα χέρια ψηλά. Τον ακολούθησαν και οι άλλοι.
Οι Τούρκοι στρατιώτες τους άρπαξαν και τους έριξαν στο έδαφος. Όταν βεβαιώθηκαν ότι δεν υπήρχαν άλλοι στρατιώτες στο σπίτι, τους έσπρωξαν μέσα σε άνα δωμάτιο και τους διέταξαν κτυπώντας τους να βγάλουν τα άρβιλα και να γυμνωθούν από τη μέση και πάνω. Τους κλείδωσαν στο δωμάτιο και πρόσεξαν ότι φρουρούσαν  την πόρτα και το παράθυρο του δωματίου. Τους άφησαν εκεί μέχρι που βράδιασε οπότε ένας Τούρκος στρατιώτης τους έφερε  ένα τενεκέ με νερό. Το πρωί τους έριξαν μερικά παξιμάδια και μπισκότα που από την ετικέτα φάνηκε ότι ήταν μάλλον από το παντοπωλείο του χωριού το οποίο θα άνοιξε ο τουρκικός στρατός. Μετά από καμμιά βδομάδα κάτω από αυτές τις συνθήκες άκουσαν τη μηχανή ενός φορτηγού έξω από το σπίτι.
Οι Τούρκοι τους έβγαλαν έξω και τους έδεσαν τα χέρια πισθάγκωνα με σύρμα και τα μάτια με ρούχο. Κτυπώντας τους και σπρώχνοντάς τους, τούς στοίβαξαν στο φορτηγό το οποίο ήταν ήδη γεμάτο και με άλλους αιχμαλώτους. Τους μετέφεραν στο γκαράζ Παυλίδη στη Λευκωσία και μετά από μερικές μέρες πίσω στην Κερύνεια και από εκεί στις φυλακές των Αδάνων …
                                                          ***
Ήταν Χριστούγεννα τρία χρόνια μετά την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο  στο φοιτητικό εστιατόριο στην Αθήνα. Ο δεκανέας όταν αποστρατεύτηκε πήγε για πουδές στο Πολυτεχνείο. Εκεί είδε κάποιο που του θύμιζε ένα συστρατιώτη του στον πόλεμο.
-         Μαζί δεν είμασταν σ΄εκείνο το σπίτι στον Άγιο Γεώργιο;
-         Ναι βρε, τι γίνεσαι;
-         Καλά είμαι. Δε μου λες πόσα άρματα έκαψες με τις μολότωφ;
-         Εκεί δεν έριξα ούτε μια. Τις ρίχνω τώρα μαζεμένες κάθε επέτειο του Πολυτεχνείου και καίω καλάθους των σκουπιδιών!
Κ.Α.Χ.
6.11.2018

-          

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου