Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σελίδες

Τρίτη 6 Μαΐου 2014

ΓΕΦΥΡΕΣ

                                                               ΓΕΦΥΡΕΣ
Χωρίς νερά
Χωρίς ποτάμια
Χωρίς γεφύρια
Που να βρουν στέγη
Της πατρίδας
Τα άστεγα τέκνα
            Αυτά σιγοψιθύριζε ο φίλος μου ο Βάκης καθώς πίναμε τον καφέ μας στην παραλία Μακένζυ (πάντα διερωτώμαι ποιος ήταν αυτός ο Μακένζυ που έδωσε το όνομά του σε μια ολόκληρη περιοχή) αγναντεύοντας τη θάλασσα και τους τολμηρούς κολυμβητές που έκαναν το μπάνιο τους αυτή την περίοδο. Γιατί τους θεωρώ τώρα τολμηρούς δεν μπορώ να το εξηγήσω αφού και εγώ αρχίζω τα μπάνια μου το Μάιο και τα τελειώνω τον Οκτώβριο. Πέρσι την 28η Οκτωβρίου έκανα το τελευταίο μου μπάνιο. Φέτος όμως ακόμη να μπω στη θάλασσα.
-          Φίλε Βάκη προσπαθείς σ’ αυτή την ηλικία να γίνεις ποιητής;
-          Όχι, τι ποιητής και τι λογοτέχνης. Απλά σκέφτομαι όσα λέγονται για προστασία της πρώτης κατοικίας και σε κανένα-δυο χρόνια βλέπω πολλούς άστεγους.
-          Καλά τα νερά και τα ποτάμια τι σχέση έχουν;
-          Εκεί που έχει νερά έχει και ποτάμια. Εκεί που έχει ποτάμια έχει και γέφυρες. Εκεί που έχει γέφυρες βρίσκουν στέγη οι άστεγοι!
-          Τι μου θύμισες τώρα μωρέ Βάκη!
-          Τι σου θύμισα;
-          Το Στρασβούργο και τον Κλοσάρ «μας». Από την Grande place ακριβώς απέναντι από το Gare centrale, ένα δρομάκι, όπου ήταν και το ξενοδοχείο «Ο Γρύλος», οδηγεί σε μια γέφυρα. Μόλις την περάσεις είναι η εκκλησία του αγίου Πέτρου. Στα σκαλοπάτια εκεί καθόταν, μάλλον κοιμόταν, ο Κλοσάρ μας. Εκεί κοιμόταν και ο σκύλος του. Από την άλλη πλευρά ένα μπουκάλι κρασί, μισοάδειο. ΄Ανθρωπος και σκύλος δεν ενοχλούσαν κανένα. Δεν ζητιάνευε. Απλά καθόταν και κοιμόταν εκεί. Το χειμώνα τυλιγμένος σε μια κουβέρτα. Οι περαστικοί του έριχναν μερικά σεντίμια ή κανένα φράγκο, δεν υπήρχε τότε το ευρώ. ΄Ετσι έβγαζε το κρασί του. Τον άρτον τον επιούσιον τον εξασφάλιζε από το σκουπιδοτενεκέ του φαστφουντάδικου που βρισκόταν λίγα μέτρα πίσω από την εκκλησία εκεί που ξεκινά το “Petite France”. Τα βράδια κατέβαινε κάτω από τη γέφυρα και συνέχιζε τον ύπνο του μαζί με άλλους άστεγους που μαζεύονταν εκεί. Θυμάσαι μια φορά που δεν ήταν εκεί το πρωί και ανησυχήσαμε;
-          Θυμάμαι , πώς να μη θυμάμαι! Την επομένη όμως ήταν εκεί και ησυχάσαμε.
-          Τώρα σίγουρα δεν θα είναι πια εκεί. Τότε εμείς είμαστε νέοι κι’ αυτός στην ηλικία μας τώρα. Θυμάσαι μια φορά που του αφήσαμε εκεί ένα μπουκάλι Beaujolais nouveau;
-          Ναι στα κλεφτά μη μας πάρει χαμπάρι ο άγιος Πέτρος!
-          ΄Εχεις δίκαιο όμως. Σ’ αυτό τον τόπο ούτε άστεγος δεν μπορείς να τη βρεις. Πώς να τη βρεις χωρίς γέφυρα να βάλεις το κεφάλι σου από κάτω;
-          Γέφυρες δεν έχουμε, εντάξει, αλλά από εκκλησίες με σκαλοπάτια δόξα τω θεώ!

Κ.Α.Χ.

5.5.2014        

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου